- διορίτης
- Εκρηξιγενές πέτρωμα διείσδυσης, που αποτελείται κυρίως από ασβεστονατριούχους αστρίους (πλαγιόκλαστα), αμφιβόλους (κροστίλβη), βιοτίτη και συχνά αυγίτη (πυρόξενος). Η παρουσία χαλαζία στα διοριτικά πετρώματα διακρίνει τους δ. σε χαλαζιακούς και σε δ. χωρίς χαλαζία. Οι χαλαζιακοί δ., όταν παρουσιάζουν και ορθόκλαστο, μεταπίπτουν σε γρανίτες. Ο ιστός των δ. είναι γρανιτικός· το χρώμα τους είναι γκρίζο έως πράσινο σκούρο· το ειδικό τους βάρος κυμαίνεται από 2,75-2,97.
Οι δ. εξαλλοιώνονται υπό την επίδραση των ατμοσφαιρικών παραγόντων σε χλωρίτη, λειμονίτη, ορυκτά αργιλίου (καολίνη) κλπ. Οι δ. συναντώνται στη Μεγάλη Βρετανία, στη Γερμανία, στη νότια Νορβηγία, στις Άλπεις και λιγότερο στις ΗΠΑ, στην οροσειρά των Άνδεων. Στην Ελλάδα βρίσκεται σε γρανιτικές περιοχές της Χαλκιδικής, στη Σαμοθράκη κ.α. Ο δ. χρησιμοποιείται όπως και οι γρανίτες, δηλαδή κυρίως ως δομικό υλικό.
Τα διοριτικά πετρώματα χρησιμοποιούνται κυρίως ως δομικό υλικό. Στη φωτογραφία, χαλαζιακός αμφιβολιτικός διορίτης.
* * *ομαγματογενές κοκκώδες πέτρωμα.
Dictionary of Greek. 2013.